заядлый - ορισμός. Τι είναι το заядлый
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι заядлый - ορισμός


заядлый      
прил. разг.
С увлечением отдающийся какому-л. занятию; завзятый.
ЗАЯДЛЫЙ      
завзятый, целиком отдающийся какому-нибудь занятию, увлечению.
З. болельщик.
заядлый      
ЗА'ЯДЛЫЙ, заядлая, заядлое (·польск. zajadly) (·разг. ). Завзятый, страстно отдавшийся какому-нибудь занятию, рьяный. Заядлый игрок. Заядлый футболист. Заядлый спорщик.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για заядлый
1. Оказывается, Любовь Константиновна - заядлый рыболов.
2. - Давид Адамович, известно, что вы заядлый курильщик.
3. Секундантом служил заядлый автолюбитель Коля Фоменко.
4. Я заядлый дачник, практически постоянно там живу.
5. Заядлый дачник и известный шансонье Михаил Шуфутинский.
Τι είναι заядлый - ορισμός